( Άμα τζ΄ είδεν την) επήρεφ φωδκιάν - άψεν η φωδκιά τον εγίνηφ φωδκιά.

  1. ( Άμα τζ΄ είδεν την) επήρεφ φωδκιάν - άψεν η φωδκιά τον εγίνηφ φωδκιά.
  2. Ψηφιακό τεκμήριο
  3. Ελληνικά
  4. Μη προσδιορισμένη
  5. 65
  6. φτήνεια - χαρτωσιά
  7. Συρτάρι 65
  8. φωτιά
  9. Αρχείο Χειρογράφων
  10. Λ.Α. αρ.949, σ.129, Κύπρου, Ερωτόκριτος
  11. 949
  12. φωδκιά = πηρ, φωτιά, μτφρ. ερωτικό πάθος, το οποίον καίει ως φωτιά.
  13. Κύπρος.
  14. Ερωτόκριτος, Ιωάννης