Παράκαμψη προς το κυρίως περιεχόμενο
Είσοδος
EN
Κεντρική πλοήγηση
Αναζήτηση
Default
Graph
Λήμμα
φτάνω
Γλώσσα οντότητας
Ελληνικά
Λήμμα (167)
[view list]
Δε μας φτάν΄ ούτ΄ ο Γιάννης ο σπασμένος.
Έφτασε η ψωλή στ΄ αρχίδια.
Έφτασε στα μπούνια.
Κόψι το ρωδ απ΄τη ρωδιά το χαμηλό, που φτάνεις, κι΄ εκεί που δε σε θέλουνε αγάπ΄ μην πας να κάνης.
Δε σε φτάν΄ το γιοργάν.
Βαζανιά: Φτάννει τηβ βαζανιά με το κατσούνιν.
-
Γονάτισε να το φθάσης.
Εφτάνει σε συντέκσα.
Μάσε με και να σε φτάσω.
Οπου δε φτάν΄ κείνος, ρίχνει το φεσ΄ ντου.
Οντέν έσουσαν την αχλάδα όσοι φτιάξαν όλοι φάγαν.
Αν σ΄ έφτασα ειδ΄ άλλως δε σε διάβκα.
Όπ΄ έφτασε στη σύοδον έφαγε ψάρι σύχλυρον.
Όπου ΄φτιάξε στη σύνοδο, έφαε ψάρι σύνωρο.
Όπου ΄φτιάξει στη Σύνοδο, έφαε ψάρι σύνωρο.
Όπου φτάνεις να κρεμνάς το καλάθι σου.
Όπου φτάνει το χέρι σου να κρεμάς το καλάθι σου.
Όπου δ΄φτάνει το χέρι σου μη κρεμάσεις το καλάθι σου.
Όπου φταν΄ η χἐρα σου, κρέμα το καλάθι σου. Μή υπέρ τον πόδα έστω το υπόδημα.
Εκεί που φθάνει το χέρι σου κρέμα το καλάθι.
Κι΄ εκεί που φθάνει η χέρα σου κρέμαε το καλάθι.
Όπου φτάνει το χέρι σου, κρέμα το καλάθι σου.
Ὀπου εν ιφτάννει του χέρι σου μην κριμάννης του καλάθι σου.
Κρέμμαγε το καλάθιν σου ώσπου φτάννει το σέριν σου.
Ξάμωννε την χέρα σου κι΄εκεί που φθάννει.
Όπου φτάνει το χέρι σου κρέμα το καλάθι σου.
Όπου έ φτάννη το χέρι σου, μην κρεμάς τη γούνα σου.
Έφτασε ςτο Αμήν.
Έφτασε σ΄ τ΄ αμύχη.
Πισίνα σο κιργιάς δεν ουλαστά και μη γάτα δεν φθάνει εις το κρέας και σήμερα Παρασκευή ΄ναι λέει.
Το κρέας που δε φθάνει το λέει που βρωμά.
Μη απλὠν΄ς το χέρ΄ σ΄ εκεἰ που δεν φτάν΄ .
Εκεί που δε φτάνεις, μη ξαμόννης.
Εκεί που δεν φτάνεις, να μη ξαμώννης.
Εκεί που δε φτάνεις, μη ξαμώννης.
Εκεί που δε φτάνεις, μη dουνίζεις.
Όπου φτάνει κιανείς κρεμνά το καλάθιν του.
Όπου φτάνει καθενείς κρεμνά το καλάθι του.
Όσα δε φτάν΄ η γι΄αλεπού τα κάνει κρεμαστάρια.
Τσεί ου δε φτάνεις μη ξαμώνης.
Η γάτα π΄δε φτάν΄ τα ψάρια αρμυρά τα λέει.
Η κάτα σο κρέας κ΄έφτασεν και είπεν : Παρασκευή έν.
Η γάτα π΄ δε φτάν΄ τα ψάρια, κρημαστάρια τάφίν.
Εποταυρίστην η κάττα στο λαρτίν τζ΄ έν το ΄φτασεν τζ΄ είπεν εν Παρασκευή.
Η γάτα σαν δεν φθάνη, τα ψάρια, λέγει ότι βρωμούν.
Η γάτα, όταν δεν φτάν΄τα ψάρια, τα φτύει.
Γἀτα δε φτάν΄ του τσιέρ, λέει που βρουμάει.
Η κάτα όντα συ φτάν ΄ς σο κρέας λέει. Οσήμερο Τετράδα εν.
Η γάτα τα ψάρια τα φτά αν δε τα φτάσ΄ .
Κατά στο κρέας δεν έφτανε κι έλεγε τετράδα είναι.
Η κάτα άμα δεν μπορεί να φτάσ΄ του ψάρι λέει ότι βρουμάει.
Η κάτα σην πατσουρμάν κι αν κ΄έφτανεν, εκούΐζειν: Καν καλά, Παρασκευή.
Η κάτα ΄ς σο κρέας κ΄ έφτασεν τάγκαλα Παρασκευή.
Γάτα δε φθάν ΄του τζιέρ του λέει βρουμάει.
Η γάτα σαν δεν φτάν΄ τα ψάρια τα φτάει.
Η γάτα, όταν δε φτάσ΄ το ψάρι. το λέγ΄ βρωμάει.
Η γάττα, όντας δε φτάν΄ τ αψάρια, λέει 'βρουμάν'.
Γάτα: Γάτα δε φταν΄ του τζιέρ, του λέει: βρουμάει.
Φτάνω: Η γάτα, όταν δεν φτάν ΄του τζιγέρ, λέγ' πως βρουμάει.
Η κάτα άμον το ΄κ έφταν΄ σην παστουρμάν, λέει: '' οσήμερον Παρασκευήν εν''.
Φτάνω: Η κάτα(=γάτα) όντας δε φτάν΄ του ψάρ΄ λέγ΄: βρουμάει.
Φτάνουν η ελήαις.
Αν δεν εφτάξη, θα λειφτή.
Όσα δε φτάν΄η γι΄ αλουπού τ΄αφήνει κρεμαστάλες.
Η αλπού όσα δεν έφτανε, τάφηνε για καμπανάρια.
Όσα δε φτάνει η αλεπού τα κάνει κρεμαστάρια.
Έφτασε ΄ς ήμερτο.
Ἀν δε φτάξη, θα λειφτή.
Άρα φτάξη, άρα μη φτάξη.
Ήφταξεν το μαχαίρι στον αρκά.
Γη κάτα όdε δε φτάν΄ το τζιέρ΄ το λέει που βρωμά.
Η κάτα σα δε φτάν΄ το κγιάς, ούφου! λέει, κι βρουμεί.
Η γάτα που δεν φτάν΄ τα ψάρια γυρνάει κι΄ τα φτύν΄.
Όrdα δεν dα φτάν΄ η γάτα τα ψάρια τ΄ς βρουμούν (τα φτιάει).
Η κάτα ΄ς το κρέας κ΄έφτανεν κ έλεεν "τάγκαλακ! Παρασκευή εν".
Η γάτα όταν δεν φθάνει τα ψάρια, τα φτύει.
Ὀσα δε φτάνει η αλιπού τα κάμνει κουνιστάρια.
Η αλεπού όσα δε φτἀνει τα κάνει κρεμαστάρια.
Ὀσα δε τα φθάνει η αλεπού τα κάμει κρεμαστάρια.
Ὀσα δε φτάνει η αλεπού τα κάνει κρεμαστάρι.
Ὀτι δεν φτάνει η αλεπού το φτάει και φεύγει.
Ὀτι δεν φτάνει η αλεπού το κάμει κρεμαστάρι.
Ὀσα δεν φτάνει η αλεπού τα λέει κρεμαστάρια.
Ὀσα δεν έφταν΄ η αλπού τ΄ άφηνε κρεμαστάρες.
Αλπού π΄ δε φτάν τα σταφύλια κριμαστάρια τα΄καν.
Ὀσα δεν φτάνει η αλεπού τ΄ αφήνει κρεμαστάρια: αναλόγως τω "ομφακές εισί".
Ως που φτάνει το χέρι σου γκρέμαζε το καλάθι σου.
Όσα δεν φτάνει η αλεπού, τα κάνει κρεμαστάδες.
Όσα δεν φτάν΄ η αλπού, τ΄αφίνει κρεμαστάρια.
Όσα δεν φτάνει η αλαπού, τα κάμνει κρεμαστάρια.
Όσα δε φτάνει η αλεπού τα κάμνει κρεμαστάρια.
Όσα δε φτάν η Αληπού τα κάνει κρημαστάρια.
Η αλεπού ,ξ φθάνοντας τ΄ απίδια, λέγει πως δε φέλουνε.
Όπου ΄φταξε στην σύνοδο ήφαε ψάρι σύνωρο.
Η αλεπού δεν τάφτανε, κουνιστάρια τάκαμνε.
Η αλεπού τα σύκα που δε φτάνει τα κάμνει κρεμαστήρια.
Εποταβρίστην ο κάττος να φάη το λαρτίν εν τ΄όφτασεν, τζ΄είπεν εσ σαρακοστή. [Πέταξε η γάτα ναφάη το πάχος, δεν το φτασε κι είπεν είναι σαρακοστή].
Η γάτα όταν δεν φτάνει τα ψάρια, της βρωμούν.
Όσα δε φτάν΄ η Αλεπού τα κάνει κριμαστάρια.
φτάνω -
Identifier:
324595
Internal display of the 324595 entity interconnections
(Node labels correspond to identifiers)
Loading..
Legend
Navigation
Info
Loading..
Controls
Freeze
Thaw
Fit
Narrowness
Inferred