Παράκαμψη προς το κυρίως περιεχόμενο
Είσοδος
EN
Κεντρική πλοήγηση
Αναζήτηση
Default
Graph
Λήμμα
στουππεί
Γλώσσα οντότητας
Ελληνικά
Λήμμα
13
Προβολή λίστας
Ήτανε στουππί απ' το μεθύσι.
Στουπί έγινε
Στουπί εις το μεθύσι
Στουπί κι άλας καν παρακάτω γομούρι.
Ήγινε στουππί στο μεθίσι.
Εγένετο στουππίν.
Γίνομαι (έγινα, θα γίνω) στουπί στο μεθύσι.
Έγινε στουπί
Έγινε κουκούτσι ή στουπί
Μεθισμένοι στουπί
Στουπί δεν ειξέρει
Έγινε στπί απ' του μηθύσ'.
Έγινε στουπί (στουππίδι) στο μεθύσι.
στουππεί -
Identifier:
175706
Internal display of the 175706 entity interconnections
(Node labels correspond to identifiers)
Loading..
Legend
Navigation
Info
Loading..
Controls
Freeze
Thaw
Fit
Narrowness
Inferred