Παράκαμψη προς το κυρίως περιεχόμενο
Είσοδος
EN
Κεντρική πλοήγηση
Αναζήτηση
Default
Graph
Πρόσωπο
Κανδηλώρος, Τάκης
Είδος οντότητας
Πρόσωπο
Φύλο
Άνδρας
Συγγραφέας (321)
[view list]
Έχει κάτω θεό.
Οι φρόνιμος έφκειαναν κι' οι μουρλοί εχαλάγαν.
Όποιος έφκιασε το φούρνο κείνος και το χάλασε.
Ας χαρή η γουργάρα κι' ας κοπή η ποδάρα.
Χάβρα των Εβραίων.
Μωρέ, μόνον του Χάρου δεν κάνουν τίποτε.
Μας γίνκε χαβαλές.
Όποιος φυτάει σπίτι του νυχτώνει στο χωράφι.
Από του Χάρου τα δόντια.
Του Χάρου μονοαχό δεν κάνουν τ΄ εστά.
Κλέφτης παίρνει κι΄αφήνει κ φωτιά ξεθεμελιώνει.
Ο κλέφτης παίρνει κι αφήνει η φωτιά ξεθεμελιώνει.
Χάρε, χαρά που μ΄ έφερες κ' λύπη που μου πήρες.
Ο χαριστής επέθανε κι' ο γυιος του πάει στην Πόλι.
Βάνει φωτιά (ή φυτιλιές) .
Άναψε τη φωτιά, απ΄ έφυγε.
Κάτινους εχάριζαν γάϊδαρο και τον κοίταγεστα δόντια.
Κάτινους χάριζαν γάϊδαρο και τον κοίταζε στα δόντια.
Φυτεύει μηλιές.
Το φυσάει και δεν κρυώνει.
Στις δώδεκα πρωτάγιασε, στις δεκατρείς τα Φώτα.
Θα γίνουν φύλλο και φτερό.
Και με τα δυο στη φυλακή και με τα χίλια μέσα.
Έχει κριμασμένη την κανέλα του στη φυλακή.
Αυτό είναι φως φανερό, δεν παίρνει κουβέντα.
Σήκω ΄πανά να καθήση ο φύλακας.
Με τη φωνή και τ΄ ὀνομα.
Φυλάει το μέλι να το φαν άλλοι.
Όποιος φυλάει το βρακί, χέζει το πουκάμισο.
Φύλα με με από το νερό να σε φυλάξω από το σεισμό.
Α δε περίμεν' ο φτωχός ναρχοντίνη, έπεφτε πίστομα και ψόφαε από τη πείνα.
Όσο να γένη τον άρχοντα το κέφι πεθαίνει ο φτωχός.
Κι ο θεός βαρέθηκε τον φτωχό περήφανο και τον γέρο πούρνο.
Κι ο θεός βαρίθηκε τον φτωχό περήφανο και τον γεροπόρνο.
Ο Θεός να σε φυλάη από ψειρή καλονάρχο από φτωχό περήφανο, από γέρο πούρνο, από φαγά κεραστή κι' από την γυναίκα την κακή.
Ο φτωχός άμα πλουτήση, έλα, Χάρε κι' επάρε τον.
Μη δώσης του φτωχού και ντυθή.
Του φτωχού το εύρεμα ή καρφί ή πέταλο.
Του φτωχού το ηύρεμα ή καρφί ή πέταλο.
Βόηθα με, φτωχέ, να μη σου μοιάσω.
Βόηθα με, φτωχέ, να μη σου μοιάσω.
Όποιος φυλάει το μύλο αλέθει.
Δίη μου, φτωχούλη μου, να μη σου μοιάσω.
Όπου τάχει τάχει κι' όπου τα φυλάει τα τρώει.
Έμ φτωχό τ' αρνί έμ πλατειά η νουρά του.
Όποιος φυλάει το νερό εστίζει.
Όπου φτωχός κι' η μοίρα του.
Ο φτωχός όταν δεναστή κι' ο άρχοντας όταν βουλήση.
Επάεθανε ένας άρχοντας κι ετρεμουκίστη, επέθανε κ' ένας φτωχός, κανείς δεν αγροικειέται.
Ανωγεμάτο ποτήρι χαρά φτωχού.
Κατά φωνή κι΄ ο γάΐδαρος.
Κατά φωνή κι΄ ο γάιδαρος.
Κατά φωνή κι΄ ο γάιδαρος.
Κατά φωνή κι΄ ο γάΐδαρος!
Όταν έχης φύλαγε σαν δεν έχεις, δούλευε.
Καλύτερα φτωχός και γέρος παρά πλούσιος και άρρωστος.
Γρόσια γυρεύει ο φτωχός από τον Θεό, παιδιά του δίνει.
Γρόσια γυρεύει ο φτωχός από τον Θεό παιδιά του δίνει.
Η φτώχια θέλει καλοπίρασι.
Φτύσ' στο κόρφο σου.
Μάσα σκατά και φτύσε με, αν σου ξαναμιλήσω.
Αν φτύσω κάτω φτυώ τα γένεια μου κι αν φτύσω απάνω τα μουστάκια μου.
Όξω φτώχεια, μέσα λόρδα.
Έφαγε τη φτώχεια με το κουτάλι.
Η φτώχεια είναι αρρώστια αγιάτρευτη.
Η φτώχεια φέρνει γκρίνιες.
Η φτώχεια φέρνει γκρίνια.
Αν φταίου εγώ, να σκασ' ο άντρας μου κι αν φταίη ο άντρας μου, να σκάση αυτός.
Δεν έχω φτερά
Όσα δε φτάνει η αλεπού τα βάνει κρεμασάρες.
Έκαμε φτερά
Του κόπηκαν τα φτερά τους.
Του μυρμηγγιού, όταν θέλη να χαθή, του δίνει ο εός φτερά.
Όσα δε φτάνει η αλπού τα βάνει κρεμαστάρια.
Η πολλή φροντίδα άσπρισε την τρίχα.
Κι ΄ ο Τότος νη κάθεται την φταίει.
Κάλλιο πέντε φρόνιμοι πάρα 500 μουρλοί.
Φούρνος μην καπνίση!
Είναι "φρίξον ήλιε".
Έφριξε το πελεκούδι.
Του φρονίμ' αναχάραζε και του μουρλού μολόγα.
Του φρονίμου ονεχάραζε και του μουρλού μοζόγα.
Φουστανέλλα και μεϊτάνι και τ'αλλύρια στο σαγάνι.
Μαζευτήτε φρόνιμοι να φάτε του μουρλού το βιος.
Τούφεξε (πάλι).
Απ' ότι φορεί κλέφτη δε φοβάται.
Απ' ό,τι φορεί κι αλλά ζει άλλο δεν περιποτάζει.
Ο Φλεβάρις κι' αν φλρβίση τα πηγάδια θα γιομίση κι αν τυχόν και ξεφλεβίση καλοκαίρι θα μυρίση.
Φόρεσε όπως μιλείς ή μίλα όπως φορείς.
Απ' όλα τα μυριστικά κάλλιο μυρίζει ο φούρνος.
Τον έφαγε το φεγγάρι.
Του Αυγούστου και του Γενναριού και του Κουτσοφλεβάρι λάμπει πολύ το φεγγάρι.
Τα φόρτωσε τα γράμματα στον κόκορα.
Τον έφαγε το φεγγάρι.
Με έβγαλε στο φόρο.
Έβγαλε τ' άπλυτά του στο φόρο.
Έφαγε παρά μίαν τεσσαράκοντα.
Εγώ έχω βαρβάτα άλογα κι όποιος έχει φοράδες ας τις φυλάει.
Κι' ο Άγιος φόβο θέλει.
Ο φόβος φυλάει τα έρημα.
Όνομα συγγραφέα/ εκδότη (1)
[view list]
Συνυποσχετικόν των Σμυρναίων
Κανδηλώρος, Τάκης -
Identifier:
72383
Internal display of the 72383 entity interconnections
(Node labels correspond to identifiers)
Loading..
Legend
Navigation
Info
Loading..
Controls
Freeze
Thaw
Fit
Narrowness
Inferred