Παράκαμψη προς το κυρίως περιεχόμενο
Είσοδος
EN
Κεντρική πλοήγηση
Αναζήτηση
Default
Graph
Λήμμα
στομάχι
Γλώσσα οντότητας
Ελληνικά
Λήμμα
20
Προβολή λίστας
Τον έχει στο στομάχι
Έχω ένανε δίπλα στο στομάχι μου
Τον έχω στο στομάχι
Τον έχω στο στομάχι
Τον έχω στο στομάχι
Σ' έχω ασά 'ς το στομάχι μου.
Τον έχω στο στομάχι
Τον έχω στο στομάχι
Πικρό φαΐ, γλυκό στομάχι
Σ' έχου π'α' στου στουμάχ' μ'.
Πρώτο πράμμα που θα μάθη εκείνος που θέ' να ζήση, είναι να πλατήνη το στομάχι του κ να στενέψη την κοιλιά του.
μου κάθεται 'ς το στομάχι
Αλέθι το στομάχι του, ό, τι θες!
Το στομάχιν του ν' απ' αγριάδα.
Πικρό βοτάνι, γλυκό στομάχι.
Το καλό στομάχι κονομά ό, τι κι αν λάχη. (π.Π. 1) Ξινά του στομάτου, γλυκά του στομάχου. (π.Π. 2). Έχει καλό στομάχι.
Έχε τα πόδια σου γερά την κεφαλή σου κρύα και το στομάχι σου αλαφρό δεν έχεις ποτέ χρεία.
Στομάχ' αλαφρύ, μακρυά ζωή. Στομάχι φορτωμένο το νήμα της ζωής κομμένο.
Του κάθησε στο στομάχι
Τον έχει στο στομάχι η δεν τον χονεύει!
στομάχι -
Identifier:
175471
Internal display of the 175471 entity interconnections
(Node labels correspond to identifiers)
Loading..
Legend
Navigation
Info
Loading..
Controls
Freeze
Thaw
Fit
Narrowness
Inferred