Παράκαμψη προς το κυρίως περιεχόμενο
Είσοδος
EN
Κεντρική πλοήγηση
Αναζήτηση
Default
Graph
Πρόσωπο
Κυριαζής, Νίκος Γ.
Είδος οντότητας
Πρόσωπο
Φύλο
Άνδρας
Συγγραφέας (186)
[view list]
Κάποιου χαρίζουν γάδαρον, τζ αρωτά αν έγ κόντρης.
Εχάρισαν του τογ γάδαρον, τζ' αγκαδκιά τον εις τα δόγκια.
Κάποιου χαρίζουγ γάδαρον, τζ' αγκαδκιά τον τζ' είς τα δόγκια.
Δανείζων κάμνεις εχθρούς, χαρίζων κάμνεις αχαρίστους.
Εν το χάνι του πελλόσαβα.
Εν το χάνι του Πάρρακα.
Εγίνην το χάνιν του χατζησολωμού.
Έτσι τζ' αλλοιώς εχάλασεν ο θεμελιός.
Το γάλα χωρίς πιδκιάχ χαλλούμιν εγ γίνεται.
Εβαλέν του χαλινάριν τζυκκώτικον.
Ξαπόλλα του το χαλινάριν.
Τραύα του το χαλινάριν.
Εν να κάμη το χαϊριν της στεφανούς, που τα Λεύκαρα.
Εν να κάμη το χαϊριν του Κιόρογλου.
Εν να κάμη το χαϊριν της Μαρουλλούς που τους Τρούλλους.
Εν να κάμη το χαϊριν της βίλλας μου.
Τα φεντζάνια δα χαζίριν, τζ' ο καφές μας στο Μισίριν.
Ο καφές εις το Μισίριν, τζαι τα φεντζάνια μας χαζίριν.
Χαζίριν ήτουν ούλλα, ως τζ' ο μπότης της ανάγκης.
Εχ χάβρα τους οβραίους.
Η αρρώσκεια τζαι η φτώσια, θέλει πολλήμ μιτώσιαν.
Όπου φτώσεια, τζει τζαι πολλή μουρμούρα.
Ο καθένας τηφ φτώσειαν του θωρεί.
Η φτώσεια γεννά σοφίαν.
Η φτώσεια θέλει καλοπέρασιν.
Η φτώσεια θέλει καταμπαλλωσιάν.
Η φτώσεια θέλει καταμιτωσιάν.
Ο Γούμενος, τζ' άφ φτωσύνη, τογ Κονόμον αξίζει τον.
Αντάφ φτωσύν ο Γούμενος, αξίζει τογ Κονόμον.
Αντάφ φτωσύνει ο οβραίος ανοίει τα παληοδευτέρκα του.
Αντάφ φτωσύν ο δκιάλος ανοίει τα παληοδευτέρκα του.
Ο δκιάολος εφτώσυνεν, τζ' έπιασε τα παληοδευτέρκα του.
Αφ φτύσω πάνω, φτύνω του προσώπου μου. Αφ φτύσω κάτω, φτύνω τωγ γενειώμ μου.
Αφ φτύσω πάνω τουρανού, στα μούτρα μουν' να πέση.
Πρώτα έφτυνεχ χαμαί, τόρα φτύνει πάνω του.
Όσα εν ι- φτάνν΄ η αλπού, κάμνει τα κεμασταρκές( ή κρεμμαστάρκα).
Το πράμμαν το φτηνόν, οι σσύλοι το τρών.
Το φτηνόμ πράμμαν, οι σσύλοι το τρώσιν.
Εμ που το φτηνόχ χωρκόμ, που γαμούσιν οι καλογήροι.
Εφ φρένιμος σαν το αλτσατήν του Κτημάτου.
Επήραμ μας οι βράντζοι.
Φράγκους τζαι κουσούλους, ανάθεμαν τους ούλλους.
Δος του φουστανιού σου αέραν.
Άδε φεγγάριν για κλέψιμον! Σέσε, άνδρα μου, τζ΄ εμπάσσω.
Άδε φεγγάριν για κλέψιμον.
Εβλάστησεσ σαν τοφ φάντημ μπαστούνιν.
Που μακριά φαντάζει τζαί που κοντά λαμπάζει.
Εγύρισεν η φατζή τζ΄έφαν το λάδιν.
Εγύρισεν η φατζή να φά το λάδιν.
Εγύρισεν η φατζή τζ΄ έφαν το ζαΐν.
Εν να φα τζαι που τον άλλοζ ζυμωτόν.
Άλλοι τρώσιν όσοθ θέλουν τζ' άλλοι τρώσιν ό,τι έχουν.
Άλλοι τρώσιν ό,τι θέλουν τζ' άλλοι τρώσιν ό,τι έχουν.
Εφάαμεν ψωμίν τζ άλας μαζί.
Βάστα κώλε να φας αβκόν.
Φάτε μάδκια ψάρι τζαι τζοιλιά περίδρομον.
Άνταν να πας στην αραδίπου, πρώτα φα, τζ' ύστερα νύφτου.
Φάτε μάδκια ψάριν, τζαι καρκιά περίδρομον.
Ο σσύλος τζει που τρώει, τζει λάσσει.
Έφαν ο παπάς όξινα, τζ' εμούδκιασεν η παπαδκιά.
Θέλει να φάης εφτά φούρνους παξιμάδκια.
Όσοι έχουμ μασαίριν, τρώσιν κρηάς.
Εσέν τα δείχνω, τζ' εγιώ τα τρώω.
Εν έσει φα τζαι κνίστου, αμμά φα τζαι παταυρίστου.
Εν έσει φα τζαι κνίστου, έσει φα τζαι παταυρίστου.
Παρά να τρώω τζαι να φτύννω, κάλλιον να τρώω τζαι ν' αρτύννω.
Εμ με το δικόμ μου στόμα που τρώω το τζουμίν, εν εν με το δικού σου.
Που ποκαριμμένον γάδαρον, καρτεράς να φας στασίδιν;
Ούλλομ τοβ βούν έφαν τον, τζ' εις την νουράν εποστάθην.
Ούλλομ τοβ βούν εφάαμεν τον, τζαί την νουράν του εν να φοηθούμεν;
Τοβ βούν εφάαμεν τον, τον νούρον του αφήκαμεν τον.
Τζει πον να φάσιν τρ' οι εφτά χορτάνουσι τζ' οι δέκα.
Τρώει η μάνα, τζ' εν ι-δκιά των παιδιών της.
Όποιος τρώ τζαι συντυχχάνει γιά τηγ γλώσσαν του δακκάνει-γιά κανένα βούκκοχ χάννει.
Σταφύλιν τρώε, τζ' αμπέλιμ μέρ ρωτάς.
Που σε τρώει, τζαι που κνήθεσαι.
Εν τρώμεβ βρούβες.
Εν τζαί τρώμεν το φαείμ που τ' άφτιν.
Το ψουμίν τρώμεν πού το στόμα.
εν τρώμεν το ψουμίν που τογ κώλον.
Έν τρώεται μήτε με το λάϊν, μήτε με το λεμόνιν.
Έφαν το ψουμίν του.
Έφαν το ψουμίν του τζαι το τυρίν του.
Ας τζ' εσού, να φα τζ' εώνη.
Απόφαν, έφαν.
Να μιλλώσω τζαι να φώ όρνιθα, όϊ να γλύψω τα δάχτυλά μου.
Όσσ εσού, να φα εγιώ.
Έφαν τα ωμά τζαι ψημένα.
Πόσοι κλιάροι τρών ταρνιά!
Που πίτταμ πόθ θα φας, είναι σε νοιάζει τζ' άγ καή;
φάε, πκιέ, μέλ λαορκάσης.
Με πόφαν εδράφη, με πόν έφαν εχάθη.
Κάθε βολίτζιν, το τρώει το σκουλούτζιν.
Τούτη εν να φάη τζ' εμάς τζαι τ' άλογά μας.
Τζαι τούτοι που πλυννίσκουνται μιτά μας έν να φάσιν;
Τζ ετζείνος που πλυννίσκεται μετά μας εν να φάη;
Θκειέ παπά! Όσοι πλυννιόκουνται μετά μιας εν τα φάπιν; -Οϊ, γυιέ μου, μ' εσούνη με τζείνοι.
Αντάν τρων το μάλισ σου, φα τζ' εσού να σου μείνη.
Έφαν τηφ φάουσαν τζαι τα εφτά καταραμένα.
Βάρ' της κουτσιά βρασμένα, γιατί τρώει με τζ' εμέναν.
Κυριαζής, Νίκος Γ. -
Identifier:
171283
Internal display of the 171283 entity interconnections
(Node labels correspond to identifiers)
Loading..
Legend
Navigation
Info
Loading..
Controls
Freeze
Thaw
Fit
Narrowness
Inferred