Παράκαμψη προς το κυρίως περιεχόμενο
Είσοδος
EN
Κεντρική πλοήγηση
Αναζήτηση
Default
Graph
Πρόσωπο
Μανασσείδης, Συμεών
Είδος οντότητας
Πρόσωπο
Φύλο
Άνδρας
Συγγραφέας (86)
[view list]
Δεν πιάνω χαρτωσιά μπρός ΄ς αυτόν.
Χαρτί και καλαμάρ΄ .
Εδώ βαρεί χαβάς.
Έχει φωτιά κα λαύρα.
Βγάζω τα κάστανα ωσ΄ τη φωτιά.
Ο φτωχός κ' η μοίρα τ'.
Ο φτωχός κ' η μοίρα τ'.
Που κάθεσαι, πτωχέ, να ρθώ να σε πειράξω.
Τον φυσά.
Φυσά τον τόπο και τον βάλλει.
Το φυσώ και δεν κρυώνει.
Πέντε φυσά και μια ρουφά.
η φύση φύση πορπατεί κ' η γάτα 'ς το ποντίκι.
Η φύση φύσει πορπατεί κ' η γάττα 'ς το ποντίκι.
Η φύση φύση πορωαεί κ' η γάτα το ποντίκι.
Δεν βλέπω (ή δεν είδα) ένα πράσινο φύλλον.
Φωνή 'ς τη γή φωνή ΄ς τον ουρανό( απ΄ το τσουὐξιμο).
( Σήμερα) το πήγες όλο φωνές και γαργάρες.
Όποιος φυλάγει τα ρουχά του, κερδίζει τα μισά.
Δούλευε μι συ, φτωχέ, να μη γίνω σαν κ' εσέ.
Γονάτισε να το φθάσης.
Η γάτα σαν δεν φθάνη, τα ψάρια, λέγει ότι βρωμούν.
Και τα ρούχα του τον φταίγουν.
Εμ φταίχτης εμ απανωγότερος.
Εμ φταίχτης, εμ απανωγότερος.
Είναι φούρνος, που δεν ξεφουρνίζει καλά ψωμιά.
Φουσκώσαν τα κουκκιά.
Τα κκιά φουσκώσανε.
Τα κ'κνά φουσκώσαν.
Παίρνω φώκο.
Μαύρον κόσμον πήρε απ' του φόβου τ'.
Μαύρον κόσμον πήρε πο του φόβου τ'.
Μαύρο κόσμο πήρε απ' του φόβο τ'.
Πόσα φαρμάκια κατάπια!
Τρώγει έναν περίδρομον.
Σα φάντης του σπαθιού.
Φοβούμαι και φοβέριζα.
Φοβάται ο Γιάννης το θηριό και το θηριό το Γιάννη.
Σβήσε το φανάρι σου.
Του κάκου τσαλεστεύεις, του κάκου πολεμάς ψαράκι, που ψαρεύεις, δεν είν' γιανά το φας.
Η τύχη κάμνει τους γονείς κ' η εκλογή τους φίλους.
Όποιος φυλάγει του ουτά τρώγει του τσορβά.
Το πράμα φαίνεται και καλοφαίνεται.
'Οπως του φανή του γκιοζέλ Στεφανή.
Τέτοιος φίλος, τέτοια πίτα
Έφαγε την χυλόπιττα.
Νούλα η νούλα τα φαγε ούλα.
Θα φάη θεριό για να θεριέψη.
Πέτρας της υπομονής.
Ο ύπνοςθρέφει μάγουλα και ξεγυμνώνει κώλο.
(σι ν' αρχίζ' ένα ξύλο, ένα ξύλο, που) 'ς τον ύπνο τσ δε τόφαγε κι εις τον ξύπνο τς νερό δεν τούπιε.
(Σα δε μπορέσω να μάθω) γειά και καλή καρδιά κια ζουμί απ' τα τσίπρα.
Σπάσε καρύδι να δης την τύχην σου.
Θαρρεί πως όλα τα πετούμενα τρώγονται.
Τέτοιο καλό έγενεν ώστε να τρώγη η μάννα και το παιδί να μη δίνη.
Στων τυφλών τη χώρα ο μονόφθαλμός βασιλεύει.
Του έβαλε ένα τυφλοπάνι στα μάτια
Τούφλες ρούφλες, Παπαμαρούδη, και τα γράμματα π' μαθαίνεις.
Μπούφ τα τσουκάλια.
Οι πατέρες τρών τα ξινά και τα παιδιά μωδιάζουν.
Έγινε τσιτούδι.
Τρώγει ένα περίδρομον.
Σαν αυτόν έχω πέντε δέκα εις την τσέπην μου.
Βγήκε στα τρυφαρίτσα.
Βγήκε σ' τα τρυφερίτσα.
Μια τρύπα μεσ' στο πγάδ'
Του τσαγγάρη τα παπούτσια είναι πάντα ξηλωμένα.
Έχασε μια τρίχα από τα μαλλιά του.
Βγήκε σαν τρίχα πό το ζυμάρι.
Τρίτσα κάτσα δεν έχει.
Τπυ τινάζω την προβειά
Τα έχει 300.
Με τα τρία και ρούπι.
Σαν δε σι τρέχη τι τρέχεις; Και σαν σι τρέχει πάλιν τι τρέχεις;
Δίνω στράτα
Έχει τρεχάματα.
Τρέμει σαν το ζαγάρι.
Το βάλλω στραβά.
Το βάλλω στραβά.
Στραβά πορπατείς, κάβουρα, βλέπω την προκοπή σου.
Σε τραυούνε σ' το χαλί και συ πάγεις στο τσαλί.
Απόμνε με το δάχτυλο 'ς το στόμα
Να ράψης το στόμα σου
Τον εαυτό του βγάζει ταρα
Στουλίσκι η νύφ' κι' απόμνε
Σα νύφ' στολισμέν'.
Μανασσείδης, Συμεών -
Identifier:
165432
Internal display of the 165432 entity interconnections
(Node labels correspond to identifiers)
Loading..
Legend
Navigation
Info
Loading..
Controls
Freeze
Thaw
Fit
Narrowness
Inferred